Είναι συναρπαστικό, τόσο το να διαβάζεις όσο και το να γράφεις για την ελληνική Επανάσταση του 1821. Όπως παράλληλα, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το να ανακαλύπτεις, δύο αιώνες μετά τα γεγονότα, πτυχές της επανάστασης που παραμένουν στο σκοτάδι για την πλειονότητα των περισσότερων. Όταν αυτά τα γεγονότα αφορούν τον τόπο γέννησης σου, το χωριό σου, τότε η κάθε μικρή ανακάλυψη αποκτά μεγαλύτερη σημασία. Σε άρθρα σαν το παρακάτω θα μάθουμε για την Πηλιορείτικη Επανάσταση του 1821 με σημείο αναφοράς τη Συκή Πηλίου, το χωριό μας.
Σύμφωνα με τα γεγονότα κατά την περίοδο, η ιστορική αφήγηση για το χωρίο χωρίζεται σε 3 φάσεις. Αυτές είναι:
Α) Ο ερχομός του Δράμαλη στο Πήλιο,
Β) Η Καταστροφή του χωριού από τους Τούρκους το Μάη του 1822,
Γ) Η πολεμική δράση των Συκιωτών υπό τον Ευστάθιο Ρηματισόπουλο (Ρηματισίδη) ως το 1823
Στο παρόν άρθρο γίνεται λόγος για την πρώτη φάση της ιστορικής αφήγησης, για τον ερχομό του Δράμαλη στο Πήλιο και στη Συκή
Πριν αναφερθούμε στη Συκή και στην πολεμική δράση των κατοίκων της εκείνη την εποχή, οφείλουμε να ανατρέξουμε στην κατάσταση που επικρατούσε στα Επαναστατημένα χωριά του Πηλίου. Από άρθρο του κ. Σπανού Tριαντάφυλλου στη thessaliatv.gr πληροφορούμαστε για την κατάσταση με λεπτομερή τρόπο.
Στις παραμονές της Επανάστασης του 1821, υπάρχει ήδη επαναστατικός αναβρασμός στο Πήλιο, όπως και στη Νότια Ελλάδα. Ο μεγάλος πρωταγωνιστής του Ξεσηκωμού του Γένους στα μέρη της Μαγνησίας, Αρχιμανδρίτης Άνθιμος Γαζής από τις Μηλιές έχει ήδη επισκεφτεί την Οδησσό, έχει γνωρίσει τους πρωτεργάτες τη Φιλικής Εταιρείας (Τσακάλωφ, Ξάνθος, Σκουφάς) και αρχίζει τη δράση του στο Πήλιο. Ορκίζει αρκετούς Έλληνες ως Φιλικούς και με τόσο αξιοθαύμαστη δράση, ώστε το 1820 η Φιλική Εταιρεία προτείνει να μεταφερθεί η έδρα της από την Κωνσταντινούπολη στην περιοχή της Μαγνησίας στο Πήλιο, γιατί υπήρχε ο κίνδυνος ο Σουλτάνος να μάθει τελικά την έδρα και τη δράση της Μυστικής αυτής επαναστατικής οργάνωσης.
Στις πέντε Μαΐου εφτά Υδραίικα και Τρικεριώτικα πλοία, με επικεφαλής τον καπετάνιο Αναστάσιο Τσαμαδό μπαίνουν στον Παγασητικό κόλπο. Η αποστολή τους ήταν, σύμφωνα με το σχέδιο των φιλικών και του Γαζή, να μεταφέρουν πολεμοφόδια στους αγωνιστές που σε λίγο θα ξεκινούσαν την πολιορκία του κάστρου του Βόλου.
Επτά Μαΐου 1821 ο Γιάννης Δήμου υψώνει τη Σημαία της Επανάστασης στην πλατεία του χωριού και στο ναό των Αγίων Ταξιαρχών στις Μηλιές, μιλάει στους ντόπιους μαζί με το Φιλικό Γρηγόριο Κωνσταντά και καλεί τους σκλαβωμένους ραγιάδες να ξεσηκωθούν για την ελευθερία τους. Τα 24 χωριά του Πηλίου ξεσηκώνονται κατά των Τούρκων και ο Πόλεμος για την ανεξαρτησία της Μαγνησίας ξεκινάει.
Στις αρχές Μαΐου 1821 λοιπόν, τα χωριά του Πηλίου επαναστάτησαν. Ο Άνθιμος Γαζής κατήχησε στην επανάσταση και τον οπλαρχηγό Κυριάκο Μπασδέκη, ο οποίος σε προσωπική του επιστολή, ζητά από «τα 24 χωριά του Πηλίου» να συνδράμουν στον αγώνα του γένους. Ένα από αυτά τα 24 χωριά ήταν και η Συκή, τόπος με περίπου 500 κατοίκους εκείνη την εποχή. Μετά από τις πρώτες εντυπωσιακές ενέργειες των Πηλιορειτών επαναστατών, (πολιορκία του κάστρου του Βόλου από τους επαναστάτες, ίδρυση της Βουλής της Θετταλομαγνησίας), στη Μαγνησία έφτασε ο Μαχμούτ πασάς Δράμαλης από τη Λάρισα, οδηγώντας μεγάλο στράτευμα με ιππείς και πεζούς (Σκουβαράς, Κορδάτος). Οι επαναστάτες υποχώρησαν στο Τρικέρι αφήνοντας πολλά πηλιορείτικα χωριά ανυπεράσπιστα.
Η βιβλιογραφία για το χωριό την περίοδο εκείνη, αν και «ισχνή», συνομολογεί τη de facto συμμετοχή των κατοίκων του στην αρχική φάση της επανάστασης του Πηλίου. Ως μεγαλύτερη απόδειξη μπορούμε να λάβουμε τα όσα καταγράφει στο χειρόγραφο του (1863), ο Συκιώτης ιερέας και οπλαρχηγός στης επανάσταση του 1878, Γεώργιος Ρηματισόπουλος (ή Ρηματισίδης όπως είναι ευρύτερα γνωστός σήμερα), το οποίο και εμπλούτισε δημοσιεύοντας το στα μέσα του 20ου αιώνα ο Βαγγέλης Σκουβαράς («Το Χρονικόν της Συκής»). Παράλληλα το ιστορικό κάδρο συμπληρώνεται από το έργο του ιερέα της Συκής, Θεοχάρη Αλαμάνα, από το συγγραφικό έργο του επίσης Συκιώτη, Δρ. Απόστολου Ζαχαρού και από τα έργα του αείμνηστου Προμυριώτη, Γιώργου Θωμά.
Φάση 1η: Ο Δράμαλης στο Πήλιο και στη Συκή
Ο Δράμαλης κατευθυνόμενος προς το Τρίκερι, καταστρέφοντας και λεηλατώντας στο διάβα του, οδήγησε πολλούς πηλιορείτικους πληθυσμούς στο να αναζητήσουν καταφύγιο εκτός των χωριών τους.
Οι Συκιώτες μαθαίνοντας για τις συμφορές γειτόνων τους πηλιορειτών, αποφάσισαν να καταφύγουν σε μία σπηλιά βορειοανατολικά της παραλίας Ποτόκι, στη θέση «Αγριμέλισσο».
Το μέρος αυτό, όπως μας πληροφορεί ο Γεώργιος Ρηματισίδης, ήταν καλά προφυλαγμένο από τη θάλασσα και από τη στεριά. Το στόμιο του έβλεπε ανατολικά και από κάτω του είχε απάτητο γκρεμό. Θεωρούνταν δύσκολο να προσεγγιστεί από οργανωμένο και πολυάριθμο στράτευμα. Εκεί λοιπόν κατέφυγαν οι Συκιώτες, παίρνοντας λόγω της βιασύνης και του τρόμου τους, ελάχιστες προμήθειες μαζί τους.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα έφτασε στη Συκή ο στρατός του Δράμαλη. Ο ίδιος έστησε τη σκηνή του στη θέση «Μάιρα» στο συκοπερίβολο του Θανάση Χρίστου (Σκουβαράς).
Το στράτευμα του σκόρπισε στα σπίτια και στα καλντερίμια του έρημου χωριού καίγοντας τρία αρχοντικά λεηλατώντας τα υπόλοιπα. Σύντομα ο Πασάς έμαθε το καταφύγιο των κατοίκων κι έστειλε μία ομάδα στρατιωτών να τους αναζητήσει. Έπειτα πρόσταξε να τους κλείσουν τη δίοδο από στεριάς, έτσι ώστε να μη μπορούν να ανεφοδιαστούν ή να ξεφύγουν. Οι υπόλοιποι στρατιώτες επιδόθηκαν σε λεηλασία των έρημων σπιτιών και καταστροφές. Έκαψαν τρία αρχοvτικά και ξεγύμνωσαν κυριολεχτικά τα υπόλοιπα.
Οι Συκιώτες έμειναν στο σπήλαιο για τρία μερόνυχτα, δίχως να παραδοθούν στις προσταγές των στρατιωτών του πασά που τους καλούσαν κάθε τόσο να βγουν και να τον προσκυνήσουν άφοβα, λαμβάνοντας την ελευθερία τους. Σκεπτόμενοι πολλές φορές το να εξέλθουν της σπηλιάς, δεν το τολμούσαν. Ήξεραν ωστόσο ώρα με την ώρα, πως η τροφή και το νερό τους τέλειωνε και πώς μένοντας εκεί τους περίμενε ο θάνατος από την ασιτεία και τη δίψα. Από την άλλη πλευρά, ήταν τόση τρομάρα που ένιωθαν από τους Τούρκους ώστε και την παράδοση δεν την αποφάσιζαν (Σκουβαράς). Οι ώρες και οι μέρες περνούσαν εις βάρος τους. Τελικά, μετά από πολλές συζητήσεις μεταξύ τους, αποφάσισαν να εξέρθουν από τη σπηλιά. Θα προσκυνούσαν. Θα παρέδιδαν την τιμή για χάρη της ζωής, της ελπίδας. Ας μην ξεχνάμε πως σε ένα πληθυσμό 400-500 ανθρώπων, όσοι αριθμούσαν οι κάτοικοι του χωριού εκείνη την εποχή, βρίσκονταν και πολλές γυναίκες και παιδιά ανάμεσα τους. Μάλλον αυτός ήταν ο κύριος λόγος που οι περισσότεροι κατέληξαν στην ιδέα του συμβιβασμού.
Αποφασίστηκε να παρουσιαστεί στον πασά ο Ευστάθιος Ρηματισόπουλος ή Ρηματισίδης, πατέρας του Χρονικογράφου Γεωργίου Ρηματισίδη, απόγονος ενός εκ των τριών "Γεναρχών της Συκής" σύμφωνα με το "Χρονικό". Μία γενναία και συνάμα τραγική φιγούρα του Συκιώτικου αγώνα όπως θα δούμε και παρακάτω. Ο Ρηματισίδης γνώριζε καλά την τούρκικη γλώσσα, ήταν μορφωμένος και προφανώς κατείχε πολιτική και συνάμα στρατιωτική παιδεία. Μαζί με άλλο ένα Συκιώτη που ονομαζόταν Σπύρος, παρουσιάστηκαν στον πασά, γονάτισαν μπροστά του και ζήτησαν το έλεος του. Τον παρακάλεσαν να αφήσει ήσυχο το χωριό και να μη βλάψει τους κατοίκους Τότε, «ως φιλάνθρωπος ο πασάς δεν άργησε να συλλυπηθεί τη συμφορά των Συκιωτών, στους οποίους έδοκε την άδεια να βγουν από το σπήλαιο αφήνοντας τους αρκετή τροφή», σημειώνει ο Γ. Ρηματισίδης στο χειρόγραφο του. Ωστόσο ο Δράμαλης δεν είχε ξεμπερδέψει με το χωριό και γι' αυτό το λόγο πρόσταξε τους κατοίκους να ορίσουν μια επιτροπή η οποία θα τον επισκέπτεται και θα μεταφέρει τα μηνύματα του.
Από κει ο Δράμαλης κατευθύνθηκε προς την Αργαλαστή, όπου ωστόσο βρήκε το χωριό έρημο μιας και οι ντόπιοι είχαν έγκαιρα μεταφερθεί όλοι στο Τρίκερι μαζί με τα κινητά τους υπάρχοντα. Βρίσκοντας έρημο το χωριό ο πασάς ξαναγύρισε στα Λεχώνια, τα οποία ήταν η έδρα των περισσότερων διοικητών κατά την τουρκοκρατία (Σκουβαράς-Κορδάτος).Όταν μια αντιπροσωπία υπό τον Ευστάθιο Ρηματισίδη και άλλους επιφανείς Συκιώτες μετέβησαν στα Λεχώνια για να αποδώσουν τιμές στον πασά, αυτός τους έκανε αυστηρές συστάσεις να μείνουν στα σπίτια τους φρόνιμοι και μακριά από την επανάσταση που κρατούσε ακόμη στο Τρίκερι. Ο Δράμαλης παράλληλα διέταξε να του φέρουν σαν σημάδι υποταγής 28 οκάδες μετάξι (η παραγωγή μεταξιού ήταν μία από τις πιο επικερδείς ασχολίες των πηλιορείτικων χωριών κατά το 18ο και 19ο αιώνα σύμφωνα με τον Κίτσο Μακρή και άλλους λαογράφους και ιστορικούς) και πέντε χιλιάδες γρόσια. Από αυτά ωστόσο οι Συκιώτες έδωσαν τρεις χιλιάδες. Για μεγαλύτερη ασφάλεια του πληθυσμού, ο Δράμαλης τους εφοδίασε και με ένα «μπουγιουρντί» δηλαδή ένα επίσημο έγγραφο αμνηστίας. Αυτό τους αποδέσμευε από οικονομικές οφειλές και λοιπές υποχρεώσεις προς την Οθωμανική διοίκηση.
Ο χρόνος παραμονής του πασά στο Πήλιο ωστόσο δεν κράτησε πολύ, αφού ένα χρόνο σχεδόν αργότερα, κατήλθε στη νότια Ελλάδα, όπου όπως γνωρίζουμε, ηττήθηκε στη μάχη των Δερβενακίων από τον Κολοκοτρώνη. Με τη φυγή του, ολοκληρώνεται ουσιαστικά η πρώτη φάση της επανάστασης του 1821 για τους Συκιώτες. Όμως οι συμφορές και ο αγώνας τους δεν είχε τελειώσει ακόμη.
Comments